Παράλληλα, έλαβαν υπ’όψιν τους στοιχεία όπως ο δείκτης ισχίου και έγινε σύγκριση με την περιφέρεια μέσης και ισχίου σε άτομα με ίδιο βάρος και ύψος.
Εκτιμήθηκε, τέλος, η σχέση με τον καρκίνο του μαστού συνολικά και σύμφωνα με τη φάση της εμμηνόπαυσης, την ηλικία και τα επίπεδα ορμονών (υποδοχείς οιστρογόνων και προγεστερόνης).
Κατά τη διάρκεια της παρακολούθησης, η οποία διήρκεσε 14 χρόνια, διαγνώστηκαν 9.011 περιπτώσεις καρκίνου του μαστού σε ένα συνολικό δείγμα 218.276 γυναικών.
Ποια ήταν τα αποτελέσματα της έρευνας;
Αν και υπήρξαν ελάχιστα στοιχεία συσχέτισης του σωματότυπου με τον καρκίνο του μαστού, βρέθηκαν οι εξής συσχετισμοί:
• Οριακή σχέση σε μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες και καρκίνους του μαστού στις ηλικίες άνω των 55 ετών, ενώ δεν υπήρξε συσχέτιση καρκίνου και δείκτη ισχίου.
• Ο δείκτης μάζας σώματος (ΔΜΣ) συσχετίστηκε ισχυρά με τον καρκίνο του μαστού σε ηλικίες άνω των 55 ετών σε ορισμένους σωματότυπους.
• Σύμφωνα με τη συντακτική ομάδα, η κοιλιακή παχυσαρκία που αξιολογήθηκε δεν συσχετίστηκε με τον κίνδυνο καρκίνου του μαστού συνολικά, αλλά συσχετίστηκε αντιστρόφως με τον κίνδυνο μετεμμηνοπαυσιακού καρκίνου μαστού αρνητικού σε υποδοχείς προγεστερόνης (PR-).
Ωστόσο, οι επιστήμονες υπογραμμίζουν πως τα ευρήματα πρέπει να επιβεβαιωθούν από μεγαλύτερες μελέτες.