Τα πλεονεκτήματα της ελάχιστα επεμβατικής χειρουργικής για τον καρκίνο του παχέος εντέρου

Τρίτη, 11 Σεπτεμβρίου 2018

Ο καρκίνος του παχέος εντέρου είναι ένας από τους πιο κοινούς καρκίνους σήμερα καθώς ένα πολύ μεγάλο ποσοστό ανθρώπων νοσεί. Το ευχάριστο είναι ότι η  νόσος, εάν διαγνωστεί εγκαίρως, είναι πλήρως θεραπεύσιμη.

Το μεγαλύτερο ποσοστό των καρκίνων του παχέος εντέρου παρουσιάζεται μετά τα 40 έτη και από εκεί και μετά ο κίνδυνος σχεδόν διπλασιάζεται ανά δεκαετία. Παράγοντες υψηλού κινδύνου (πέραν της ηλικίας) είναι το οικογενειακό ιστορικό (παθήσεις με πολύποδες ή καρκίνο) αλλά και το ιστορικό ελκώδους κολίτιδας, η παρουσία πολυπόδων στο παχύ έντερο ή καρκίνου σε άλλα όργανα.

Πολλά νεοπλάσματα, δυστυχώς, δεν προκαλούν συμπτώματα. Αν προκαλέσουν, τα συχνότερα είναι η αιμορραγία από τον πρωκτό ή η αυξημένη συχνότητα διαρροϊκών κενώσεων ή δυσκοιλιότητας. Βέβαια, αυτά τα συμπτώματα μπορούν να εμφανιστούν και σε άλλες παθήσεις, όχι μόνο στον καρκίνο. Σε περίπτωση ανησυχητικών συμπτωμάτων, είναι αναγκαία η διενέργεια κολονοσκόπησης ή κάποιας ακτινολογικής απεικόνισης (π.χ. αξονική τομογραφία) ώστε να διευκρινιστεί η αιτιολογία των συμπτωμάτων.

Σε περίπτωση που βρεθεί καρκίνος σε κάποιο τμήμα του παχέος εντέρου, η αντιμετώπιση είναι χειρουργική. Η χειρουργική επέμβαση απαιτεί την αφαίρεση ενός τμήματος του παχέος εντέρου, δηλαδή μία κολεκτομή. Σε κάποιες περιπτώσεις καρκίνων του ορθού, του τελευταίου δηλαδή τμήματος του παχέος εντέρου πριν τον πρωκτό, μπορεί να χρειαστεί η διενέργεια ακτινοθεραπείας σε συνδυασμό με χημειοθεραπεία πριν το χειρουργείο.

Η χειρουργική αντιμετώπιση των καρκίνων του παχέος εντέρου εδώ και αρκετά χρόνια μπορεί να γίνει και με λαπαροσκοπικές μεθόδους, με ελάχιστα δηλαδή επεμβατικές τεχνικές. Η λαπαροσκοπική χειρουργική χρησιμοποιεί μικρές τομές των 5-10 χιλιοστών, μέσω των οποίων εισέρχονται μικρά κυλινδρικά εργαλεία, τα trocars. Αυτά χρησιμοποιούνται ως δίοδοι εργασίας, μέσα από τα οποία εισέρχονται ειδικά χειρουργικά εργαλεία με τα οποία γίνεται η επέμβαση. Για να γίνει η επέμβαση χρησιμοποιείται διοξείδιο του άνθρακα, το οποίο «φουσκώνει» την κοιλιά και δημιουργεί έναν χώρο μέσα στον οποίο μπορούν να κινηθούν τα εργαλεία με ασφάλεια. Μέσα από ένα από τα trocars γίνεται η εισαγωγή μίας κάμερας, η οποία ουσιαστικά δρα ως τα μάτια του χειρουργού, και μεταδίδει εικόνες υψηλής ευκρίνειας σε μία ή περισσότερες οθόνες στο χειρουργείο.

Όλα πλέον τα είδη των κολεκτομών μπορούν να διενεργηθούν με ασφάλεια με τη χρήση λαπαροσκόπησης. Τα πλεονεκτήματά της (συγκριτικά με τις «ανοικτές» επεμβάσεις) είναι η ελαχιστοποίηση του μετεγχειρητικού πόνου, ταχύτερη ανάρρωση και καλύτερο κοσμητικό αποτέλεσμα λόγω μικρότερων τομών. Από ογκολογικής απόψεως, η λαπαροσκόπηση είναι ασφαλέστατη και δίνει άρτια ογκολογικά αποτελέσματα.

Η τεχνική για την αφαίρεση πολυπόδων μεγάλων σε όγκο

Σε περιπτώσεις μεγάλων πολυπόδων του ορθού οι οποίοι δεν μπορούν να αφαιρεθούν ενδοσκοπικά, υπάρχει η δυνατότητα χρήσης της τεχνικής TAMIS (transanal minimally invasive surgery). Η τεχνική αυτή επιτρέπει τη χρήση λαπαροσκοπικών εργαλείων δια μέσω του πρωκτού μέσω ειδικής πλατφόρμας, έτσι ώστε να μπορούν να αφαιρεθούν με ασφάλεια και χωρίς κοιλιακές τομές ευμεγέθεις πολύποδες, που παλαιότερα θα χρειαζόταν ριζική κοιλιακή επέμβαση.

Τα τελευταία χρόνια έχει γίνει ευρύτερα γνωστή και η χρήση της ρομποτικής χειρουργικής για την αντιμετώπιση των παθήσεων αυτών. Η ρομποτική χειρουργική χρησιμοποιεί μία πλατφόρμα, μέσω της οποίας ο χειρουργός κατευθύνει τα χειρουργικά εργαλεία μέσω ρομποτικών βραχιόνων. Το βασικό πλεονέκτημα που προσφέρει η ρομποτική χειρουργική στον χειρουργό είναι η τρισδιάστατη όραση. Πολλές μελέτες έχουν γίνει την τελευταία πενταετία οι οποίες προσπαθούν να συγκρίνουν τα αποτελέσματα λαπαροσκοπικών και ρομποτικών τεχνικών για την αντιμετώπιση του καρκίνου του παχέος εντέρου, αλλά καμία από αυτές δεν κατάφερε να αναδείξει την υπεροχή κάποιας από τις δύο, όσον αφορά στο ογκολογικό αποτέλεσμα για τον ασθενή. Η σωστή επιλογή τεχνικής για τον κατάλληλο ασθενή εξατομικευμένα, δίνει πάντα το καλύτερο αποτέλεσμα.

Βάσει των σημερινών πρωτόκολλων αντιμετώπισης του καρκίνου του παχέος εντέρου, η προσέγγιση κάθε ασθενούς είναι εξατομικευμένη. Είναι σημαντικό να υπάρχει μία οργανωμένη εξειδικευμένη ομάδα ιατρών (χειρουργός, ογκολόγος, ακτινολόγος, γαστρεντερολόγος) οι οποίοι θα πλησιάσουν το πρόβλημα κάθε ασθενούς ξεχωριστά, έτσι ώστε να βρουν τον ιδανικότερο τρόπο αντιμετώπισης, με σκοπό την πλήρη ίαση. Οι ελάχιστα επεμβατικές χειρουργικές τεχνικές αντιμετώπισης των παθήσεων αυτών απαιτούν άρτια εκπαιδευμένους χειρουργούς, εξειδικευμένους σε αυτές τις παθήσεις.

Εγώ και η ομάδα μου, όλες τις περιπτώσεις καρκίνων του παχέος εντέρου τις αντιμετωπίζουμε με ελάχιστα επεμβατικές τεχνικές. Τα πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα βέβαια της κάθε προσέγγισης συζητούνται λεπτομερώς με τον ασθενή πριν την έναρξη οποιουδήποτε θεραπευτικού πρωτοκόλλου.

Μάνος Πραματευτάκης, MD PhD FICS, Επίκουρος Καθηγητής Χειρουργικής ΑΠΘ, Εξειδικευμένος Χειρουργός Παθήσεων Παχέος Εντέρου & Πρωκτού, Πρόεδρος Μεσογειακής Εταιρίας Κολοπρωκτολογίας (MSCP), Πρόεδρος Ελληνογερμανικής Χειρουργικής Εταιρίας

Για περισσότερες πληροφορίες επισκεφτείτε την ιστοσελίδα: www.pramateftakis.gr.

banner

banner1220x365