«Το 80% των περιπτώσεων ΣΔ τύπου 2 (ΣΔτ2) μπορεί να προληφθεί με την υιοθέτηση ενός υγιεινού τρόπου ζωής, ενώ το 70% των πρώιμων θανάτων των ενηλίκων προκαλούνται από συνήθειες που υιοθετούνται κατά την περίοδο της εφηβείας. Τα τελευταία χρόνια παρατηρείται κατακόρυφη αύξηση της εμφάνισης παχυσαρκίας και ΣΔτ2 στα παιδιά και η ευθύνη βαρύνει αποκλειστικά τις οικογενειακές συνήθειες», ανέφερε ο Γεώργιος Δημητριάδης, πρόεδρος της ΕΔΕ. Πρόσθεσε ότι όταν η οικογένεια τρώει υγιεινά γεύματα και ασκείται, όλα τα μέλη της υιοθετούν και ενισχύουν συμπεριφορές, οι οποίες επιτρέπουν την πρόληψη του ΣΔτ2 ή την ευκολότερη διαχείριση του ΣΔ τύπου 1 (ΣΔτ1) όταν αυτός εμφανιστεί. «Η μείωση της εμφάνισης του ΣΔ ξεκινά, επομένως, από το σπίτι και η οικογενειακή υποστήριξη είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την πρόληψη, πρώιμη εντόπιση, εκπαίδευση, ψυχική-συναισθηματική στήριξη, φροντίδα και διαχείριση του ΣΔ».
Οι ειδικοί τονίζουν τη διαφοροποίηση και τροποποίηση του τρόπου ζωής, με εξατομικευμένες παρεμβάσεις στη διατροφή και αύξηση της σωματικής δραστηριότητας, υπογραμμίζοντας ότι τριάντα λεπτά μέτριας φυσικής δραστηριότητας κάθε μέρα (περπάτημα, ήπιο τρέξιμο ή άλλης μορφής αερόβια αύξηση) και 5-10% απώλεια βάρους, μπορεί να μειώσει τον κίνδυνο εμφάνισης ΣΔτ2 κατά 58%. Ειδικά όσον αφορά τα παιδιά, επισημαίνουν τη μείωση της κατανάλωσης κακής ποιότητας φθηνών επεξεργασμένων τροφίμων, καθώς και ελάττωση του χρόνου που τα παιδιά δαπανούν σε καθιστικές δραστηριότητες.
Ο πρόεδρος της ΕΔΕ, αναφερόμενος στα νεότερα δεδομένα αντιμετώπισης της νόσου, είπε ότι «οι εξελίξεις στη θεραπεία του ΣΔ είναι ραγδαίες και εντυπωσιακές. Από την κλασσική προσέγγιση, με στόχο μόνο τη μείωση της γλυκοζυλιωμένης αιμοσφαιρίνης, έχουμε φθάσει στην ολιστική εξατομικευμένη θεραπευτική προσέγγιση σε όλα τα επίπεδα (φάρμακα, διατροφή, θεραπευτική άσκηση, διαχείριση του stress), με κύριο στόχο την προφύλαξη καρδιάς-αγγείων-νεφρών, αλλά και την απώλεια βάρους-αποφυγή υπογλυκαιμιών».
Αξίζει να σημειωθεί πως σε όλο τον κόσμο, 425 εκατ. ενήλικες (18-99 ετών) πάσχουν από ΣΔ, αριθμός ο οποίος αναμένεται να φθάσει τα 693 εκατ. το 2045, με τα 2/3 αυτών να αφορούν παραγωγικές ηλικίες. Ο αριθμός των ατόμων με ΣΔτ1 (0-19 ετών) ανέρχεται σε 1.106.500. Ο συνολικός αριθμός των θανάτων που οφείλονταν στον ΣΔ ανήλθε το 2017 σε 4 εκατ. (κυρίως λόγω καρδιαγγειακών επιπλοκών). Στην Ελλάδα, ο ΣΔ παρουσιάζει ανοδική τάση τις τελευταίες δεκαετίες. Σύμφωνα τη μελέτη ΕΜΕΝΟ (Εθνική Μελέτη Νοσηρότητας και Παραγόντων Κινδύνου) που έγινε με τη συνεργασία των Ιατρικών Σχολών της χώρας και ολοκληρώθηκε το 2016, η συχνότητα του ΣΔτ2 έχει τετραπλασιασθεί τα τελευταία 30 χρόνια και υπολογίσθηκε στο 11-12% του πληθυσμού. Επιπρόσθετα, τις τελευταίες δεκαετίες παρατηρείται αύξηση της συχνότητας και του ΣΔτ1, ο οποίος, αν και αφορούσε, κυρίως, μικρές ηλικίες, τα τελευταία χρόνια εμφανίζεται και σε μεγαλύτερες (μετά τα 40), σε ποσοστό άνω του 40%.