Επίσης, ακόμη και αν αερίζετε το σπίτι σας μετά τη χρήση αυτών των απορρυπαντικών, τα υπολείμματα που αφήνουν θα επανέλθουν πάνω στις επιφάνειες λίγες μόνο ώρες μετά το κλείσιμο των παραθύρων.
Η νέα καναδική επιστημονική έρευνα κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η συχνή έκθεση σε προϊόντα οικιακού καθαρισμού συνδέεται με αυξημένο κίνδυνο για εκδήλωση παιδικού άσθματος. Ο μεγαλύτερος κίνδυνος προέρχεται από ουσίες σε μορφή σπρέι ψεκασμού και από προϊόντα που έχουν πρόσθετα αρώματα για να γίνονται πιο ευχάριστα στην οσμή.
Οι Καναδοί ερευνητές εξέτασαν τις πιθανές επιπτώσεις 26 κοινών προϊόντων καθαρισμού του σπιτιού (απορρυπαντικών, σαπουνιών πλυσίματος πιάτων, καθαριστικών τζαμιών και γυάλινων επιφανειών, σπρέι κ.α.) σε 2.022 μωρά έως τεσσάρων μηνών, ανάλογα με τη συχνότητα χρήσης των χημικών που δήλωσαν οι γονείς.
Διαπιστώθηκε ότι στην ηλικία των τριών ετών τα παιδιά που είχαν κατά τους πρώτους μήνες της ζωής τους εκτεθεί στα υψηλότερα επίπεδα χημικών ουσιών από τα προϊόντα καθαρισμού, είχαν 37% μεγαλύτερη πιθανότητα να διαγνωσθούν με άσθμα, σε σχέση με εκείνα που είχαν εκτεθεί λιγότερο στα ίδια προϊόντα. Επίσης κατά 35% ήταν αυξημένος ο κίνδυνος χρόνιου αγκομαχητού και συριγμού στην αναπνοή, καθώς επίσης κατά 49% ο κίνδυνος χρόνιων αλλεργιών.
Η πλειονότητα των διαφόρων ρυπογόνων ουσιών που παράγονται κατά το καθάρισμα, το μαγείρεμα και άλλες δραστηριότητες μέσα στο σπίτι, παραμένει πάνω στους τοίχους, τα χαλιά και τα πατώματα και ακόμη και αν αερίσει κανείς καλά το σπίτι οι ρύποι συγκεντρώνονται εκ νέου μετά το κλείσιμο των παραθύρων.
Οι ειδικοί τονίζουν πως οι πέντε πρώτοι μήνες της ζωής θεωρούνται κρίσιμοι για την ανάπτυξη του ανοσοποιητικού και αναπνευστικού συστήματος του παιδιού. Με δεδομένο ότι τα μωρά περνάνε το 80% έως 90% του χρόνου τους μέσα στο σπίτι, μπουσουλώντας, πιάνοντας και βάζοντας στο στόμα τους το κάθε τι, εκτίθενται περισσότερο από ό,τι οι ενήλικοι στα χημικά προϊόντα καθαρισμού.