Η ενδαγγειακή αποκατάσταση των ανευρυσμάτων της κοιλιακής και θωρακικής αορτής έχει γίνει επέμβαση ρουτίνας τα τελευταία χρόνια σε όλο και περισσότερα νοσηλευτικά ιδρύματα της χώρας μας. Για την εφαρμογή της μεθόδου υπάρχουν συγκεκριμένες ανατομικές προϋποθέσεις, όπως ο περιορισμός του ανευρύσματος της κοιλιακής αορτής σε επίπεδο κάτωθεν της έκφυσης των νεφρικών αρτηριών και ο περιορισμός του ανευρύσματος της θωρακικής αορτής σε επίπεδο πάνω από την έκφυση της κοιλιακής και μεσεντερίου αρτηρίας.
Συνήθως, η ψηλάφηση μιας σφύζουσας μάζας στην κοιλιακή χώρα πολλές φορές θέτει την υπόνοια ανευρύσματος κοιλιακής αορτής. Δυστυχώς όμως, τις περισσότερες φορές, δεν εμφανίζονται συμπτώματα. Σε ασθενείς οι οποίοι εμφανίζουν συμπτώματα, το πιο συχνό είναι ο πόνος στην κοιλιακή χώρα που μπορεί να αντανακλά στη μέση ή στο θώρακα.
Νέα, καινοτόμος τεχνική για την αντιμετώπιση υπερνεφρικού ανευρύσματος της αορτής, εφαρμόστηκε στο Ιατρικό Κέντρο Αθηνών, για πρώτη φορά στην Ελλάδα, από το Θεοδόσιο Μπίσδα, MD, PhD, Αναπληρωτή Καθηγητή Αγγειοχειρουργικής στην Πανεπιστημιακή Κλινική Muenster Γερμανίας, Ενδοαγγειακό Χειρουργό, Φλεβολόγο, Κλινική Αγγειακής και Ενδοαγγειακής Χειρουργικής και την ομάδα του. Συγκεκριμένα, κατά τη διάρκεια χειρουργικής επέμβασης 3½ ωρών, η αγγειοχειρουργική ομάδα του Ιατρικού Κέντρου Αθηνών, με επικεφαλής το Δρ. Θ. Μπίσδα, τοποθέτησε με επιτυχία, ένα αορτικό θυριδωτό μόσχευμα, πλήρως διαδερμικά, το οποίο είχε κατασκευαστεί αποκλειστικά για την ανατομία του συγκεκριμένου ασθενούς. Η ιδιαιτερότητα της κατασκευής του μοσχεύματος συνίσταται στο ότι επιτρέπει την αποκατάσταση ανευρυσμάτων που περιλαμβάνουν και σπλαγχνικά αγγεία, μέσω της ασφαλούς επαναιμάτωσης των αγγείων αυτών από ειδικές θυρίδες/οπές.
Η αορτή, η οποία είναι η μεγαλύτερη αρτηρία στο σώμα μας, μεταφέρει το οξυγονωμένο αίμα από την καρδιά μας στο υπόλοιπο σώμα.