Εάν δεν κοιμόμαστε επτά ή οκτώ ώρες κάθε βράδυ, είναι πιθανό να βιώσουμε σωματικές, ψυχικές και συναισθηματικές επιπτώσεις, επισημαίνει η ειδικός, καθώς «ο ύπνος είναι ζωτικής σημασίας για τα επίπεδα ενέργειας».
«Περίπου το 70% της ανθρώπινης αυξητικής ορμόνης παράγεται στον βαθύ ύπνο, ο οποίος δεν είναι υπεύθυνος μόνο για την υγεία του δέρματος, αλλά και για κάθε κύτταρο του σώματος. Εάν ο ύπνος δεν είναι επαρκής ώστε να προσφέρει αποκατάσταση, είναι πιθανό να ξυπνάτε κουρασμένοι και εξαντλημένοι», τονίζει η ίδια.
Όταν κοιμόμαστε, ο εγκέφαλός μας «αποτοξινώνεται» από μια νευροτοξίνη που μπορεί να προκαλέσει διαταραχή της σκέψης και της νοητικής λειτουργίας, απώλεια μνήμης, ακόμη και νόσο Αλτσχάιμερ.
Μετά από μια νύχτα ανεπαρκούς ύπνου, η κορτιζόλη, η ορμόνη του στρες, μπορεί να αυξηθεί έως και 37%, προκαλώντας άγχος και ανησυχία», τονίζει μεταξύ άλλων, η ειδικός σε ζητήματα ύπνου.
Ωστόσο, αυτό στο οποίο εφιστούν την προσοχή οι ειδικοί είναι στις μακροπρόθεσμες επιπτώσεις του ανεπαρκούς ύπνου, οι οποίες είναι ακόμη χειρότερες.
Αύξηση του κινδύνου καρδιαγγειακών παθήσεων κατά 45%, διαβήτης τύπου 2 και αγχώδεις διαταραχές συμπεριλαμβάνονται στις επιπτώσεις του ανεπαρκούς ύπνου στην υγεία μας.