Τα πρώτα αποτελέσματα της οροεπιδημιολογικής μελέτης του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών (ΕΚΠΑ) για τον νέο κορονοϊό SARS-CoV-2 δημοσιεύθηκαν στο διεθνές επιστημονικό περιοδικό «Life». Σε αυτήν την εργασία, τα πρώτα 2.500 δείγματα πλάσματος εθελοντών-δοτών που δραστηριοποιούνται στο ΕΚΠΑ και συλλέχθηκαν Ιούνιο-Ιούλιο 2020, αναλύθηκαν με ειδικό και ευαίσθητο τεστ για την παρουσία αντισωμάτων έναντι του νέου κορονοϊού.
Τα αποτελέσματα έδειξαν χαμηλό επιπολασμό αντισωμάτων της τάξης του 1,0%, αφού με το τεστ αντισωμάτων που χρησιμοποιήθηκε μόνο 25 δείγματα βρέθηκαν θετικά. Οι καθηγητές της Ιατρικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών Ουρανία Τσιτσιλώνη, Δημήτρης Παρασκευής και Θάνος Δημόπουλος (πρύτανης ΕΚΠΑ) παρουσιάζουν τα κυριότερα αποτελέσματα της δημοσίευσης.
Η οροεπιδημιολογική μελέτη του ΕΚΠΑ, όπως μεταδίδει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων, ξεκίνησε στις 22 Ιουνίου 2020, έχοντας ως στόχο να ελέγξει 5.000 μέλη της πανεπιστημιακής κοινότητας σε βάθος χρόνου 5 συνεχόμενων μηνών (Ιούνιος-Οκτώβριος 2020). Στο πλαίσιο της μελέτης και για συγκριτικούς λόγους, 1.000 εθελοντές δήλωσαν την πρόθεσή τους να ελεγχθούν για δεύτερη φορά και τον Οκτώβριο του 2020. Στην ερευνητική ομάδα συμμετέχουν 15 καθηγητές του ΕΚΠΑ από την Ιατρική Σχολή και τη Σχολή Θετικών Επιστημών.
Στο σύνολο των πρώτων 2.500 δειγμάτων που αναλύθηκαν μέχρι τώρα, 35% των εθελοντών-δοτών ήταν άνδρες και 65% γυναίκες. Οι περισσότεροι εθελοντές- δότες ήταν ηλικίας 18-34 ετών (51%), 37% ανήκαν στην ηλικιακή ομάδα των 35-54 ετών και 12% ήταν 55-74 ετών. Ως προς την κατανομή σε σχέση με την απασχόλησή τους, ο ένας στους 5 εθελοντές (ποσοστό 20%) δήλωσε ότι δραστηριοποιείται στη Σχολή Επιστημών Υγείας του ΕΚΠΑ και συνεπώς πρόκειται για άτομα με σχετικά αυξημένο κίνδυνο έκθεσης στον κορονοϊό. Ο κίνδυνος είναι υψηλότερος ειδικά για όσους εργάζονται στις πανεπιστημιακές κλινικές-κέντρα αναφοράς για την COVID-19. Ιδιαίτερα σημαντική ήταν η συμμετοχή προπτυχιακών και μεταπτυχιακών φοιτητών του ΕΚΠΑ (ποσοστό 56%), αλλά και μελών του διδακτικού, εργαστηριακού, κλινικού και ερευνητικού προσωπικού (12,5%), επιστημονικών συνεργατών (10%) και διοικητικών υπαλλήλων (20%).
Σύμφωνα με τα επιδημιολογικά στοιχεία, ο συνολικός επιπολασμός το διάστημα Ιούνιος-Ιούλιος 2020 ήταν 1,0% και ο σταθμισμένος επιπολασμός 0,93% με βάση την ηλικιακή κατανομή της απογραφής του πληθυσμού της Αττικής του 2011. Οι άνδρες είχαν υψηλότερο επιπολασμό (1,05%) σε σχέση με τις γυναίκες (0,84%), όπως επίσης υψηλότερος επιπολασμός παρατηρήθηκε στην ηλικιακή ομάδα 55-74 ετών (1,42%) σε σύγκριση με τις νεαρότερες ηλικίες (0,67% στους εθελοντές ηλικίας 18-34 ετών και 0,78% στο εύρος ηλικίας των 35-54 ετών). Αυτό το τελευταίο στοιχείο έδειξε μία τάση αύξησης του σταθμισμένου επιπολασμού με την αύξηση της ηλικίας των εθελοντών-δοτών, αν και οι διαφορές που υπολογίστηκαν μέχρι τώρα δεν έδειξαν στατιστική σημαντικότητα.