«GrimAge»: Πώς το στρες μειώνει τη διάρκεια, αλλά και την ποιότητα της ζωής μας;

Τετάρτη, 29 Δεκεμβρίου 2021

Τα τελευταία χρόνια, οι επιστήμονες έχουν αναπτύξει τρόπους για τον προσδιορισμό της βιολογικής ηλικίας μέσα από την παρακολούθηση των χημικών αλλαγών στο DNA που συμβαίνουν φυσιολογικά, καθώς οι άνθρωποι γερνούν. Ωστόσο, αυτές οι αλλαγές λαμβάνουν χώρα σε διαφορετικούς χρόνους σε διαφορετικούς ανθρώπους. Αυτά τα λεγόμενα  «επιγενετικά ρολόγια» έχουν αποδειχθεί καλύτεροι προγνωστικοί δείκτες της διάρκειας ζωής και της υγείας μας από ό,τι η χρονολογική ηλικία.

Σε μια νέα μελέτη, οι ερευνητές του Yale χρησιμοποίησαν ένα τέτοιο ρολόι, που ονομάστηκε “GrimAge”, για να θέσουν δύο ερωτήματα: Πόσο επιταχύνει το χρόνιο στρες αυτό το βιολογικό ρολόι; Και υπάρχουν τρόποι να το επιβραδύνουμε και να παρατείνουμε την υγιή διάρκεια ζωής;

Στο σημείο αυτό, υπενθυμίζουμε ότι το παρατεταμένο στρες, μεταξύ άλλων, αυξάνει τον κίνδυνο καρδιακών παθήσεων, εθισμού, διαταραχών της διάθεσης και διαταραχής μετατραυματικού στρες. Επιπλέον, μπορεί να επηρεάσει τον μεταβολισμό, επιταχύνοντας διαταραχές που σχετίζονται με την παχυσαρκία, όπως ο διαβήτης.  Επίσης, το άγχος αποδυναμώνειτην ικανότητά μας να ρυθμίζουμε τα συναισθήματα και να σκεφτόμαστε καθαρά.

Τι έδειξε η μελέτη

Μια ομάδα του Yale με επικεφαλής την Καθηγήτρια Ψυχιατρικής, Rajita Sinha και τον Zachary Harvanek, ειδικευόμενο στο Τμήμα Ψυχιατρικής του Yale, αποφάσισε να διερευνήσει αν το στρες επιταχύνει τη γήρανση σε έναν σχετικά νέο και υγιή πληθυσμό.

Σύμφωνα με τα ευρήματα της μελέτης, η οποία δημοσιεύεται στο Translational Psychiatry, το στρες κάνει όντως το «ρολόι της ζωής» να χτυπάει πιο γρήγορα – αλλά  μπορούμε να διαχειριστούμε τις επιπτώσεις του άγχους, ενισχύοντας τη ρύθμιση των συναισθημάτων τους και τον αυτοέλεγχο.

Στην έρευνα συμμετείχαν 444 άτομα, ηλικίας 19 έως 50 ετών, τα οποία παρείχαν δείγματα αίματος που χρησιμοποιήθηκαν για την αξιολόγηση των χημικών αλλαγών που σχετίζονται με την ηλικία και καταγράφονται από το GrimAge, καθώς και άλλων δεικτών υγείας. Οι συμμετέχοντες απάντησαν επίσης, σε ερωτήσεις που αποσκοπούσαν στην αποκάλυψη των επιπέδων στρες και της ψυχολογικής ανθεκτικότητας.

Ακόμη και μετά τη συνεκτίμηση δημογραφικών και συμπεριφορικών παραγόντων, όπως το κάπνισμα, ο δείκτης μάζας σώματος, η φυλή και το εισόδημα, οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι όσοι σημείωσαν υψηλή βαθμολογία σε μέτρα που σχετίζονται με το χρόνιο στρες παρουσίασαν επιταχυνόμενους δείκτες γήρανσης και φυσιολογικές αλλαγές, όπως αυξημένη αντίσταση στην ινσουλίνη.

Ωστόσο, το στρες δεν επηρέαζε την υγεία όλων στον ίδιο βαθμό. Τα άτομα που σημείωσαν υψηλή βαθμολογία σε δύο μέτρα ψυχολογικής ανθεκτικότητας – ρύθμιση των συναισθημάτων και αυτοέλεγχος – ήταν πιο ανθεκτικά στις επιπτώσεις του στρες στη γήρανση και στην αντίσταση στην ινσουλίνη, αντίστοιχα.

«Τα αποτελέσματα αυτά υποστηρίζουν τη δημοφιλή άποψη ότι το στρες μας κάνει να γερνάμε πιο γρήγορα», δήλωσε ο Harvanek, «αλλά προτείνουν επίσης έναν πολλά υποσχόμενο τρόπο για την πιθανή ελαχιστοποίηση αυτών των αρνητικών συνεπειών του στρες μέσω της ενίσχυσης της ρύθμισης των συναισθημάτων και του αυτοελέγχου».

Με άλλα λόγια, όσο πιο ψυχολογικά ανθεκτικό είναι το υποκείμενο, τόσο μεγαλύτερη είναι η πιθανότητα να ζήσει μια μεγαλύτερη και πιο υγιή ζωή, είπε.

«Σε όλους μας αρέσει να αισθανόμαστε ότι έχουμε κάποια εξουσία πάνω στη μοίρα μας», δήλωσε από την πλευρά της, η  Sinha. «Έτσι, είναι ωραίο πράγμα να ενισχύουμε στο μυαλό των ανθρώπων ότι πρέπει να κάνουμε μια επένδυση στην ψυχολογική μας υγεία», κατέληξε η ίδια.

banner

banner1220x365