Tι έδειξε η έρευνα
Περίπου το 70% της πρόσληψης νατρίου στους δυτικούς πληθυσμούς προέρχεται από επεξεργασμένα και παρασκευασμένα τρόφιμα, με το 8-20% να προέρχεται από το αλάτι που προστίθεται στο τραπέζι. Ωστόσο, η προσθήκη αλατιού είναι ένας πολύ καλός δείκτης της προτίμησης ενός ατόμου για τροφές με αλμυρή γεύση, επομένως η ερευνητική ομάδα εστίασε την ανάλυσή της σε αυτή τη μέτρηση.
Σε σύγκριση με αυτούς που ποτέ ή σπανίως προσθέτουν αλάτι στο φαγητό του, αυτοί που το κάνουν πάντα διατρέχουν 28% αυξημένο κίνδυνο να πεθάνουν πρόωρα. Σε ηλικία 50 ετών, οι άνδρες και οι γυναίκες που πάντοτε προσθέτουν αλάτι είχαν μικρότερο προσδόκιμο ζωής 2,3 χρόνια και 1,5 χρόνο αντίστοιχα.
Η μελέτη βασίστηκε στην έρευνα περισσότερων από 500.000 συμμετεχόντων σε βάθος χρόνου εννέα ετών.
«Εξ όσων γνωρίζω, πρόκειται για την πρώτη μελέτη που συνδέει την προσθήκη αλατιού με τον πρόωρο θάνατο», λέει ο επικεφαλής της μελέτης, καθηγητής Lu Qi του πανεπιστημίου Tulane, στη Νέα Ορλεάνη.
«Ακόμη και μια μετριοπαθής μείωση αλατιού μπορεί να οδηγήσει σε σημαντικά οφέλη για την υγεία μας, ειδικά όταν γενικεύεται σε μεγάλο μέρος του πληθυσμού».
Άλλοι παράγοντες που θα μπορούσαν να επηρεάσουν τα αποτελέσματα, όπως η ηλικία, το φύλο, η εθνικότητα, ο δείκτης μάζας σώματος, το κάπνισμα, η κατανάλωση αλκοόλ, η σωματική δραστηριότητα, η διατροφή και θέματα υγείας όπως ο διαβήτης, ο καρκίνος και οι καρδιακές παθήσεις, ελήφθησαν επίσης υπόψη.
Σημειώνεται ότι η πρόσληψη αλατιού είναι δύσκολο να παρακολουθηθεί με ακρίβεια, επειδή πολλά επεξεργασμένα τρόφιμα περιέχουν υψηλά επίπεδα αλατιού και η άμεση μέτρηση μέσω τεστ ούρων δεν παρέχει απαραίτητα ένα στιγμιότυπο ενδεικτικό της συνολικής πρόσληψης.